Αρχική » Grid with Sidebar » Περδικες & μανιταρια

Περδικες & μανιταρια

by iHunt

Print Friendly, PDF & Email
demobanner
Συνήθως οι «καλές» πλαγιές για τα μανιτάρια κρατούν μπεκάτσες, και δεν είναι ασυνήθιστο να σηκώσουμε κάποια πρώιμη μπεκάτσα το φθινόπωρο, καθώς ψάχνουμε στα ξέφωτα για τους φθινοπωρινούς βωλίτες. Πέρδικα όμως;
 
Το καλοκαίρι πολλές φορές οι πέρδικες θα πιάσουν το ντυμένο κάτω από την αλπική ζώνη.
Ιδίως οι θηλυκές θα προτιμήσουν τις απάνεμες και προσήλιες πλαγιές που κρατούν περισσότερα έντομα και κάμπιες και μαζεύουν πιο πολλή πρωινή δροσιά στις φτέρες και στα χορταριασμένα πλατό, για να μεγαλώσουν τα μικρά περδικόπουλα.
 
Ενα μεσημέρι ανεβαίνοντας ψηλά στην κορυφή για τον τακτικό «μανιταροτρύγο», κάτι κινήθηκε στη σκιά, κάτω από μια μικρή τούφα αγριοτριανταφυλλιάς στην άκρη του χωματόδρομου.
 
Μια πέρδικα ξεπρόβαλε καταμεσής στον δρόμο και… στάθηκε θαρραλέα μπροστά στο αυτοκίνητο.
 
Για ένα λεπτό περιμέναμε ακίνητοι και οι δυο, μόνο το γουργούρισμα του αυτοκινήτου ακουγόταν κάτω από τον δυνατό ήλιο. Δεν είχα τη φωτογραφική μηχανή μπροστά, έτσι προσπάθησα με το κινητό να καταγράψω τη σκηνή. Εσβησα τη μηχανή.
 
Η πέρδικα τινάχθηκε προς στιγμήν και χαμήλωσε λίγο, σαν να ετοιμάστηκε για την έξοδό μου. Εκανε δυο-τρία βήματα και σταμάτησε στην άλλη άκρη του δρόμου.
 
Εβγαλα μια φωτογραφία επιτέλους μέσα από το αυτοκίνητο και άνοιξα την πόρτα.
 
 
Πέταξε μαλακά 5-6 μέτρα μακριά μέσα στο χαντάκι. Πήρα τη φωτογραφική μηχανή και πλησίασα περισσότερο. Με περίμενε σε ετοιμότητα. Πέταξε άλλα 10 μέτρα πιο πέρα και χώθηκε κάτω από μια μικρή οξιά…
Προσπαθούσε να με απομακρύνει από τα περδικόπουλα που ήταν κρυμμένα κάπου χαμηλότερα στο πρανές του δρόμου ανάμεσα στις ψηλές φτέρες. Την άφησα στην ησυχία της και συνέχισα την πορεία μου για τους γιγάντιους βωλίτες που με περίμεναν υπομονετικά.
 
Mανιτάρια – γίγαντες
 
Οποιος ανακάλυψε την παροιμία «Του κυνηγού και του ψαρά το πιάτο, δέκα φορές είναι αδειανό και μια φορά γεμάτο» δεν είχε σίγουρα στο μυαλό του τους μανιταροκυνηγούς.
 
Αυτοί δεν γεμίζουν απλώς ένα πιάτο στις καλές ημέρες, αλλά ολόκληρα ταψιά και μερικές φορές, όπως έγινε αυτό το καλοκαίρι, αρκεί μόνο ένας από τους γίγαντες των μανιταριών για να το καταφέρουν!
 
Ο φετινός Ιούνιος ήταν από τους πιο κρύους και βροχερούς καλοκαιριάτικους μήνες εδώ και πολλά χρόνια για τη Δυτική Μακεδονία.
 
Στα ατέλειωτα δρυοδάση του Βόιου δεν είχαμε μεγάλες καρποφορίες.
 
Καθημερινές σχεδόν βροχοπτώσεις, ηλιοφάνεια το πρωί και συννεφιές το μεσημέρι και το απόγευμα, συνέβαλαν ώστε οι καρποφορίες των μανιταριών στις ορεινές ζώνες της οξιάς στο Βίτσι να είναι πέραν κάθε προσδοκίας. Χρόνια είχαν να δουν τέτοιες μαζικές εμφανίσεις βωλιτών οι μανιταροσυλλέκτες, ιδιαίτερα στο δεύτερο δεκαπενθήμερο του Ιουνίου.
 
Με τις καιρικές συνθήκες αυτές έχουμε πάντα φαινόμενα μιας «εκρηκτικής» καρποφορίας και εμφανίζονται δίδυμα και τρίδυμα καλογράκια σε εντυπωσιακούς αριθμούς. Σε μερικές περιπτώσεις, όμως, ολόκληρες «οικογένειες» από 5-6 βωλίτες στριμώχνονται καλύπτοντας ο ένας τον άλλο, γύρω από μια μικρή χορταριασμένη τούφα.
 
Μεγάλα… αλλά όχι γιγάντια.
 
Στα ατέλειωτα δρυοδάση του Βόιου δεν είχαμε μεγάλες καρποφορίες και πλέον οι ελπίδες εναποτίθενται στη φθινοπωρινή σεζόν για τις περιοχές αυτές. Στο Βίτσι όμως και ιδίως στη ζώνη βλάστησης της οξιάς, είχαμε καθημερινό πανηγύρι. Κυριολεκτικά χρειαζόταν τροχονόμος, ιδίως τα Σαββατοκύριακα, για να ρυθμίσει τη μετακίνηση των αυτοκινήτων τόσο στον κύριο ασφαλτοστρωμένο δρόμο όσο και στους δασικούς, βαθιά μέσα στο δάσος.
 
Ομως, οι ευνοϊκές συνθήκες δεν άφησαν κανέναν παραπονεμένο και κανείς δεν γύρισε άδειος από την εξόρμησή του.
 
Ακόμη και στην Αθήνα, μερικοί τυχεροί που φρόντισαν να έχουν φίλους μανιταροσυλλέκτες, δοκίμασαν επιτέλους φρέσκους βωλίτες και διέπρεψαν στη μαγειρική τέχνη, όπως ο φίλος μου ο Κώστας που εξελίχθηκε σε μεγάλο μανιταροφαγά και γευσιγνώστη των βωλιτών, ταΐζοντας κιόλας ένα σωρό φίλους και συγγενείς, με πρωτόγνωρες γεύσεις.
 
Ζεστός Ιούλιος
 
Καθώς προχωράμε βαθιά στο καλοκαίρι και ο Ιούλιος άρχισε να δείχνει τα ζεστά του δόντια, με τις πρώτες πραγματικά ζεστές ημέρες να εμφανίζονται και τις βροχές να αραιώνουν, οι βωλίτες αρχίζουν να «κρύβονται». Από τις αρχές του Ιουλίου άρχισαν να μαζεύονται υπό σκιάν και άφησαν τις φωτεινές πλευρές του δάσους.
 
Κάτω από τις πανύψηλες οξιές, εκεί που ο ήλιος δυσκολεύεται να τρυπώσει, έχουμε τις ύστατες καρποφορίες. Λιγοστά πια τα μανιτάρια που ξεπροβάλλουν μέσα από τα ξερά φύλλα, όμως οι συστηματικοί συλλέκτες που γνωρίζουν τις συνήθειές τους θα τα ξετρυπώσουν όσο καλά και αν κρύβονται…
 
 
Οικογένεια βωλιτών.
 
Η τελευταία καλοκαιρινή έξοδος έγινε στις 20 Ιουλίου, ανήμερα του προφήτη Ηλία, που είναι ο άγιος των βουνοκορφών. Ψηλά, λίγο κάτω από την κορυφή, μέσα στις σκιερές πλευρές του δάσους, βρήκα τα τελευταία καλοκαιρινά, αν δεν βρέξει το τελευταίο δεκαήμερο του Ιουλίου.
 
Στα πιο ηλιόλουστα σημεία οι άτυχοι βωλίτες είχαν αποξηρανθεί κυριολεκτικά από τον ήλιο και τον αέρα.
 
Η ασπίδα του βωλίτη
 
Αν σε μια συνηθισμένη χρονιά μπορεί να μαζέψει κανείς 2-3 μεγάλα μανιτάρια, φέτος ήταν η περίοδος των γιγάντων.
 
Ενας τέτοιος γίγαντας ξεφύτρωσε ψηλά στα ορεινά λιβάδια σε υψόμετρο 1.500 μέτρα, δίπλα σε μια γιγάντια οξιά. Να είχε πάρει από τη ρίζα της ή από τις συνεχείς βροχοπτώσεις τη δύναμη να διαμορφώσει ένα τεράστιο «καπέλο» σαράντα εκατοστά και ένα συμπαγές ποδάρι με δώδεκα εκατοστά διάμετρο;
 
Η Παναγιώτα θα μπορούσε να «κρυφτεί» κάτω από την ομπρέλα του σε περίπτωση βροχής ή να «πολεμήσει υπό σκιάν» κάτω από την ασπίδα της σε μια… γιγαντομαχία, όπως της είπα, παραφράζοντας τη θρυλική φράση της μάχης των Θερμοπυλών.
 
Οταν το κράτησε πάνω στο κεφάλι της «έκρυψε» κυριολεκτικά το φως. Ηταν βράδυ όμως όταν έφτασα στο σπίτι και δεν δοκιμάσαμε την «ασπίδα του βωλίτη» και στο φως του ήλιου, όμως το μέγεθός του ήταν τέτοιο που δεν χωρά καμιά αμφιβολία ότι θα τα κατάφερνε εξίσου καλά.
 
«Ακόμη και ο Οβελίξ θα μπορούσε να ανεβεί στη μανιταροασπίδα αυτή αντί στην ασπίδα της Αρβέρνης, μπαμπά…» ήταν το δικό της εύστοχο σχόλιο και μια υπενθύμιση συγχρόνως να μην ξεχάσω την κυριακάτικη έκδοση του «Eθνους» με τον «Αστερίξ», καθώς θα γυρίζω από το βουνό.
 
Το αξιοπερίεργο ήταν ότι το μέγεθός του ήταν καθαρό από προσβολές εντόμων και, επειδή το «πρόλαβα» σε μια όχι υπερώριμη φάση, μπόρεσα να το κουβαλήσω με τα χέρια μέχρι το αυτοκίνητο χωρίς να σπάσει από το βάρος του που ήταν πάνω από τρία κιλά. Δίπλα του, τα μεγάλα μανιτάρια έμοιαζαν κυριολεκτικά με νάνους.
 
Θα μπορούσε να ψηθεί ολόκληρο στον φούρνο και να χορτάσει μια οικογένεια, όπως πρότεινε ένας φίλος μόλις το αντίκρισε, όμως η ωρίμανσή του το οδήγησε στην αποξήρανση.
Για να χωρέσει στο στεγνωτήρι, χρειάστηκε να κοπεί σε πολύ χοντρά κομμάτια και να γεμίσει έξι από τους δίσκους.
 
Θωμάς Μπατσέλας
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: Θωμάς Μπατσέλας
 

SVESTONOF

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ