902

Η εικοστή Αυγούστου κάθε χρόνο, αποτελεί ίσως την πιο ιδιαίτερη κυνηγετική μέρα. Είναι μία ολόκληρη κυνηγετική περίοδος από μόνη της, μιας και μετά την εξάμηνη ανάπαυλα κυνηγών και σκύλων ξεχυνόμαστε στην κυριολεξία στους κάμπους της Βόρειας κυρίως Ελλάδας για να ρουφήξουμε ζωή, συγκίνηση και εικόνες από τη φύση μέσα από το κυνήγι.
Από τις αρχές Αυγούστου, που ωριμάζουν τα λιόσπορα όσοι κυνηγοί έχουν τη δυνατότητα ξεκινάνε τις αναζητήσεις τους για την πρώτη μέρα, ενώ δε λείπουν και αυτοί που από νωρίτερα χαρτογραφούν λιόσπορα και σιταριές για να ξέρουν που θα ψάξουνε αργότερα.
Η φετινή έναρξη υπήρξε εκτός των παραπάνω και η πιο δύσκολη σε ότι αφορά στην έκδοση της Ρυθμιστικής και των άλλων αποφάσεων που αποτελούν προϋπόθεση για να ξεκινήσει ομαλά το κυνήγι. Οι καθυστερήσεις και οι αναβολές δε δώσανε στα δασαρχεία τη δυνατότητα να μπορούν να δεχτούν άδειες για ανανέωση πριν τις δεκαοχτώ Αυγούστου, με ότι αυτό συνεπάγεται για τους κυνηγούς κυρίως που θέλανε να ταξιδέψουνε μακριά, και την ταλαιπωρία που υπέστησαν.
Παρά τις απειλές και τις καθυστερήσεις όμως, οι Κυνηγετικές Οργανώσεις κατάφεραν τελικά να μην πληχθεί αυθαίρετα το κυνήγι. Έτσι, τέλος καλό όλα καλά που λέει και ο σοφός λαός μας και είκοσι Αυγούστου βγήκαμε και φέτος στα λιόσπορα και τις καλαμιές.
Εμείς από Ιούλιο είχαμε κάνει λίγες αναγνωριστικές βόλτες για τρυγόνια και κυρίως για εντοπισμό αγρών με ηλίανθους για να κάνουμε χαρτογράφηση των υποψηφίων περιοχών που θα μπορούσαμε να κυνηγήσουμε στην έναρξη. Η επιστροφή μας από τις διακοπές στις δέκα του Αυγούστου σηματοδότησε στη συνέχεια καθημερινή αναζήτηση, όχι μόνο για λιόσπορα πλέον, αλλά λιόσπορα με τρυγόνια.
Η εβδομάδα του δεκαπενταύγουστου ανακάτεψε τελείως την τράπουλα τόσο με τα μπουρίνια και τις χαμηλές θερμοκρασίες που επικράτησαν για τέσσερις – πέντε μέρες, όσο και με το φεγγάρι που γέμιζε για να γίνει πανσέληνος στις δεκαοκτώ του μηνός.
Έτσι, αν και αρχικά δε φαινόντουσαν αρκετά τρυγόνια στην περιοχή, τελικά βλέπαμε όλο και περισσότερα με αποτέλεσμα να μειωθούν οι πιθανότητες να ταξιδέψουμε σε άλλο νομό για το πρωινό της εικοστής παρά τις προσκλήσεις καλών φίλων στη Δράμα και τον Έβρο.
Από τις δεκαέξι Αυγούστου εντοπίσαμε στην κούρνια καμιά πενηνταριά τρυγόνια και την επόμενη μέρα βρήκαμε και το χωράφι που πήγαιναν για φαί. Οι συνθήκες αρκετά ευνοϊκές και η απουσία κυνηγών μέχρι την παραμονή της έναρξης μας έκανε να αποκλείσουμε τα υπόλοιπα σενάρια που είχαμε αναπτύξει και να επικεντρωθούμε σε αυτό το μέρος.
Για τρεις μέρες με την ανατολή, πηγαίναμε διακριτικά και μόνο για ένα εικοσάλεπτο να βλέπουμε τα τρυγόνια να πέφτουν ανενόχλητα στο μεγάλο λιόσπορο. Μόνο την παραμονή που είδαμε τρεις άλλους κυνηγούς να τα παρακολουθούν στην κούρνια από όπου έβγαιναν το πρωί μας ανησύχησε λίγο, αν και έναρξη μόνος του δύσκολα μπορεί να κάνει κανείς σε μέρος
με έστω λίγα πουλιά.
Το χωράφι ήταν πολύ μεγάλο για τέσσερα άτομα που λογαριάζαμε να πάμε, αλλά το ότι δεν είχαμε δει ψυχή εκεί μέχρι τελευταία στιγμή μας έκανε αρκετά αισιόδοξους. Είχαμε αποφασίσει να διανυκτερεύσουμε ανεξάρτητα από το αν θα βρίσκαμε αρκετά πουλιά, μιας και σπάνια έχουμε πλέον την ευκαιρία για διανυκτέρευση στη φύση, που τόσα όμορφα προσφέρει στην ψυχή του ανθρώπου.
Παρασκευή απόγευμα λοιπόν με την άδεια θήρας ανανεωμένη και καταϊδρωμένη, μόλις κατέφτασε ο πατέρας μου από Γιάννενα ξεκινήσαμε για το χωράφι με σκηνές, υποστρώματα, νερά, φαγητό, ντουφέκια, καρεκλάκια, φορητά ψυγεία, λίγες μπύρες παγωμένες, ένα κρασί και ανείπωτο αίσθημα χαράς και ευχάριστης αγωνίας.
Το πρώτο στοίχημα ήταν να βρούμε το χωράφι άπιαστο. Το δεύτερο να έρθουν έστω μερικά από τα τρυγόνια που είχαμε δει, μιας και είχε διαφανεί πως στην πορεία τους από την κούρνια σε μας θα μεσολαβούσαν μία ή δύο σειρές κυνηγών.
Αν και είχαμε τη δυνατότητα να πάμε και νωρίτερα, αποφασίσαμε να φτάσουμε στο μέρος κατά τις επτά το απόγευμα για να μην ενοχλήσουμε τα πουλιά που πιθανά θα τρώγανε ακόμη στα λιόσπορα.
Η αγωνία μου όσο πλησιάζαμε το μέρος μεγάλωνε. Αν το βρίσκαμε πιασμένο οι εναλλακτικές που είχαμε ήταν πολύ υποδεέστερες από το συγκεκριμένο χωράφι. Η αγωνία αυτή μετατράπηκε σε ψυχρολουσία όταν στην πρώτη γωνία του χωραφιού είδαμε ένα αγροτικό αυτοκίνητο παρκαρισμένο, και η ψυχρολουσία έγινε για λίγα δευτερόλεπτα απογοήτευση όταν
είδαμε και ένα τζιπάκι στην άλλη μεριά που σκοπεύαμε να πιάσουμε.
Για καλή μας τύχη όμως, το τζιπάκι έμοιαζε με αυτό κάποιων φίλων και αν και αρχικά οι δύο κυνηγοί που ήταν στο χωράφι δεν ξεχώρισαν από μακριά, όταν πλησιάσαμε μας αναγνώρισαν πρώτοι και μας κάνανε νόημα να πάμε κοντά τους. Ήταν ο Γιάννης και ο Ντίνος, αδέλφια μεταξύ τους και φίλοι για μας. Αν και η γνωριμία δεν αναιρούσε το γεγονός πως πιάσανε πρώτοι το χωράφι, γρήγορα είχαμε όλοι συμφωνήσει πως ούτε οι δυο τους, ούτε οι τέσσερις εμείς θα μπορούσαμε να κρατήσουμε τόσο μεγάλο χωράφι για πάρτη μας, με αποτέλεσμα άμεσα να βγει η απόφαση να κυνηγήσουμε παρέα. Επέστρεψε λοιπόν η καρδιά μας στη θέση της και αρχίσαμε τα σχέδια και τις στρατηγικές της επόμενης μέρας.
Σε λίγο ήρθε και ο Νίκος, ενώ περιμέναμε και το Φαίδρο από την Αθήνα ο οποίος από τις οι υποχρεώσεις μπορούσε να λείψει μόλις ένα εικοσιτετράωρο και δεν ήταν βέβαιος ο ερχομός του. Ήμασταν στην κουβέντα μήπως κατάφερνε να έρθει από τα μέρη μας, αλλά αυτό προϋπέθετε να έχουμε κάτι σχετικά σίγουρο από πλευράς πουλιών και να είναι καλός ο καιρός.
Το ευχάριστο νέο ήταν πως το αγροτικό όχημα που είχαμε δει ήταν τελικά μόνο αγροτικό και όχι κυνηγών και ο άνθρωπος είχε έρθει να ποτίσει κάτι δέντρα και έφυγε μετά.
Αποφασίσαμε να μείνουμε οι τρεις που ήμασταν έτοιμοι για κατασκήνωση στο χωράφι και το πρωί μαζί με το Φαίδρο να ερχόντουσαν από νωρίς και ο Γιάννης με το Ντίνο.
Κάτσαμε με τον πατέρα μου και το Νίκο στην ηρεμία του κάμπου με καλή διάθεση και κουβεντιάζαμε για κυνήγια και για άλλα. Φάγαμε, ήπιαμε λίγο κρασάκι και ήδη νιώθαμε αυτήν την υπέροχη ηρεμία που μπορέσαμε σε πείσμα των καιρών και των αντικυνηγών να βρισκόμαστε στην ύπαιθρο δεκαεννιά του Αυγούστου και φέτος περιμένοντας το ξημέρωμα της έναρξης με όλα τα συναισθήματα που αυτό δημιουργεί.
Εκτός της εξέλιξης του πρωινού πετάγματος των πουλιών και του αν τελικά θα φτάνανε μέχρι τα καρτέρια μας, φέτος είχαμε και τα προγνωστικά του καιρού εναντίον μας με τις περισσότερες σχετικές ιστοσελίδες να δίνουν βροχή και κάποιες και καταιγίδα.
Μάταια περίμενε ο Φαίδρος στην Αθήνα να δει κάποια αλλαγή μέχρι τη μία το βράδυ για να το πάρει απόφαση να ξεκινήσει το δύσκολο και κουραστικό ταξίδι. Τελικά, με δεδομένο το ότι σκόπευε να έρθει χαράματα και να φύγει το βράδυ και με τα προγνωστικά να μην αλλάζουν καθόλου προς το καλύτερο πήρε τη σοφή αλλά άτυχη όπως αποδείχτηκε απόφαση να μην ξεκινήσει. «Είναι σαν να έχει αγώνα και να μην είμαι στο γήπεδο και να χάλασε και η τηλεόραση τελευταία στιγμή» μου έλεγε χαριτολογώντας, αν και στεναχωρημένος στις τελευταίες συνομιλίες μας. Έτσι, κατά τη μία κοιμηθήκαμε με δεδομένη την ακύρωση του ερχομού του φίλου από την Αθήνα.
Το πρωί, το ξυπνητήρι το είχαμε βάλει στις πέντε με την ευχή να μην ξυπνήσουμε από κανά αυτοκίνητο κυνηγών νωρίτερα. Η ευχή έπιασε μερικώς, μιας και το πρώτο αυτοκίνητο ήρθε ακριβώς με το χτύπημα του ξυπνητηριού.
Οι πρώτοι κυνηγοί που ήρθαν, σεβάστηκαν την αϋπνία, τον κόπο και την αιμοδοσία στα κουνούπια που κάναμε ολονυχτίς και αφού καλημεριστήκαμε έφυγαν. Οι δεύτεροι όμως επέμειναν να μείνουν και τους ζητήσαμε να περιμένουν να έρθουν και οι άλλοι δύο φίλοι που θα αποτελούσαν την παρέα μας και μετά να επιλέξουνε μέρος.
Σε λίγο έφτασαν και ο Γιάννης με το Ντίνο με τη μορφή ενισχύσεων μιας και το χωράφι ήταν όντως πολύ μεγάλο για τρία άτομα και δύσκολα θα το κρατούσαμε μόνοι μας.
Τα προγνωστικά του καιρού διαψεύστηκαν όλα και δε φαινόταν σύννεφο στον ορίζοντα ευτυχώς. Με την κουβέντα η ώρα πέρασε γρήγορα και κατά τις έξι και μισή κρύψαμε βιαστικά τα αυτοκίνητα, πήραμε όπλα, φυσίγγια, καρεκλάκια και νερά και πήγαμε στα καρτέρια μέσα στο λιόσπορο.
Όπως ήταν αναμενόμενο οι πρώτες τουφεκιές πέσανε μπροστά, κοντά στην κούρνια των πουλιών. Σε λίγο είδαμε μία δεκάδα και μία εξάδα τρυγόνια να πετάνε ψηλά, εκτός βολής από πάνω μας και σιγουρευτήκαμε πως δεν ήμασταν υποψήφιοι για τις πρώτες μετακινήσεις τους.
Τα μπροστινά καρτέρια σύντομα σίγησαν μιας και τα τρυγόνια ήταν όλα μαζεμένα σε ένα μέρος και φύγανε με τις πρώτες τουφεκιές. Ήμασταν όμως αποφασισμένοι να περιμένουμε να γυρίσουνε, επιλογή που αποδείχτηκε ορθή.
Μετά τις οκτώ και αφού είχαμε ρίξει και μεις σε δυο τρία πουλιά που περάσανε από το χωράφι αρχίσανε να μπαίνουνε τα τρυγόνια. Για καμιά ώρα τα καρτέρια μας πήρανε φωτιά ενώ και αργότερα αν και έπεσε ο ρυθμός συνέχισαν να εμφανίζονται με αποτέλεσμα να έχουμε όλοι τις ευκαιρίες μας.
Κατά τις έντεκα που σταμάτησε τελείως η κίνηση των πουλιών μαζευτήκαμε στον ίσκιο καταιδρωμένοι και καταευχαριστημένοι. Είχαμε βρει τα εικοσιεπτά από τα τριάντα τρυγόνια που χτυπήσαμε και στηθήκαμε για τις αναμνηστικές φωτογραφίες.
Στην επιστροφή παρά την αϋπνία και τον ήλιο που φάγαμε, ένιωθα παράξενα ξεκούραστος, γεγονός που αποτύπωνε τη χαρά και την ικανοποίηση που ένιωθα όπως και όλοι οι υπόλοιποι της παρέας.
Έτσι, η κυνηγετική περίοδος 2016-2017, που τόσο απειλήθηκε σχετικά με το αν και πότε θα ξεκινούσε, ξεκίνησε τελικά πολύ καλά για την παρέα μας και τώρα περιμένουμε τα περάσματα τρυγονιών και ορτυκιών, τις φάσσες και τις τσίχλες που θα ακολουθήσουν και από το Νοέμβριο και μετά τις βελουδομάτες που μονοπωλούν το ενδιαφέρον μας για τους τέσσερις
μήνες του κυνηγιού.
Εύχομαι η κυνηγετική περίοδος 2017-2018 να είναι μία καλή χρονιά με υγεία, χαρά και αρκετές συναντήσεις με θηράματα για όλους τους κυνηγούς!
του Αλέξανδρου Γκάσιου για το iHunt.gr