
Ήταν μία από τις πρώτες ημέρες της κυνηγετικής χρονιάς για την ορεινή Πέρδικα όταν το βράδυ χτύπησε το τηλέφωνο και στην άλλη άκρη της γραμμής βρισκόταν ο φίλος μου ο Κώστας και μου περιέγραφε αναλυτικά για μια περιοχή που ξέρει με ατελείωτο αριθμό πετροπέρδικας. «Δεν θα προλαβαίνουμε να γεμίσουμε» ήταν ότι πιο αισιόδοξο είχα ακούσει τα τελευταία χρόνια, όταν μιλούσαμε για πέρδικα.
Η πληροφορία ήταν αξιόπιστη, μιας και εκπαιδευτικά δεν μπορέσανε να γίνουν λόγω άλλων ασχολιών αλλά και γιατί το ορκυκοκυνήγι μας τραβούσε πιο πολύ στον κάμπο της Δράμας που ο αριθμός τους ήταν μεγάλος κατά την φετινή σεζόν.
Η προετοιμασία άρχισε από το προηγούμενο βράδυ: όπλα, ειδικά φυσίγγια, νερά, φωτογραφικές, βιντεοκάμερες κεφαλής κ.α. Νωρίς το πρωί χτύπησε μαζί με το τηλέφωνο και το ρολόι. «Έλα ρε!! Ακόμη δεν σηκώθηκες;». Ήταν ο φίλος μου ο Σταύρος που θα μας συνόδευε και αυτός στο συγκεκριμένο κυνήγι. «Άντε να φύγουμε, για να τις ακούσουμε κιόλας…». «Θα περάσουμε σε λίγο να σε πάρουμε με τον Κώστα που ξεκίνησε για το σπίτι μου και ερχόμαστε στην συνέχεια σε εσένα».
Η επιλογή του τόπου είχε γίνει μετά μύριων βασάνων και εντάσεων γιατί υπήρχαν και άλλες επιλογές. Αλλά η συγκεκριμένη ήταν η πιο ενθαρρυντική. Στον κυνηγότοπο φτάσαμε σχετικά γρήγορα. Άλλωστε ο χρόνος που χώριζε την κατοικία μας από την πλαγιά του βουνού δεν ήταν περισσότερο από μία ώρα. Όταν φτάσαμε στο σημείο που θα ακούγαμε τις πέρδικες, συναντήσαμε και δύο άλλους κυνηγούς – περδικάδες που ταλαιπωρήθηκαν πιο πολύ για να έρθουν να κυνηγήσουν στο συγκεκριμένο μέρος, ξεκινώντας από τις Σέρρες.
Ακούσαμε τουλάχιστον 2 μεγάλα κοπάδια πέρδικας και άρχισαν τα πειράγματα για τον τελικό αριθμό που θα θηρεύσουμε. Όταν ξημέρωσε καλά, κατεβάσαμε τα σκυλιά μας από το αυτοκίνητο και ξεκινήσαμε για το ψάξιμο των πουλιών. Εδώ οι πέρδικες, εκεί οι πέρδικες, πουθενά οι πέρδικες….
Μετά από ένα εξαντλητικό δίωρο έρευνας μέσα σε πουρναρότοπο, και εφόσον το αποφασίσαμε χωρίσαμε τις πορείες μας για να αυξήσουμε τις πιθανότητες να τις βρούμε. Εγώ μόνος οι άλλοι 2 πήραν μία πορεία σχετικά κοντά ο ένας με τον άλλον. Τα σενάρια για την αποτυχία μας τα βάλαμε επί τάπητος τηλεφωνικά, λέγοντας ο καθένας τα δικά του: «Κάνει ζέστη, γι’ αυτό και πρέπει να είναι μέσα στα πυκνά…. Πρέπει να είναι πιο χαμηλά, γιατί έχει νερά… πρέπει να μας ακούσανε και να φύγανε στα γκρέμνα… και άλλα τέτοια».
Τελικά, μετά από ένα 15λεπτο διάλλειμα, αφού πρώτα έδωσα τον σκύλο μου νερό και γνωρίζοντας ότι ο Σταύρος με τον Κώστα συνεχίσανε σε σχετικά κοντινή απόσταση μεταξύ τους. Εγώ απομακρύνθηκα περισσότερο λόγω αναγκαστικής αλλαγής πορείας από την μορφολογία του εδάφους αλλά και λόγω της πυκνότητας των πουρναριών. Σε τακτά χρονικά διαστήματα όμως μιλούσαμε στο κινητό τηλέφωνο και ενημέρωνε ο ένας τον άλλο.
Κάνοντας μία κυκλική πορεία και παίρνοντας τον δρόμο επιστροφής προς το αυτοκίνητο και ενώ βρισκόμουν περίπου 500 μέτρα πιο κάτω από την γραμμή ανάβασης που είχα αρχικά, ……τα είδα όλα.
Πρώτα απ’ όλα. Στην πρώτη «σοβαρή» φέρμα του Κουάτρο (το αγγλικό σέττερ μου) και προσπαθώντας να πάρω σωστή θέση για το επικείμενο πρώτο κοπάδι πέρδικες που θα έβλεπα μπροστά μου, ήρθε το ……ξενέρισμα. Ένα καλοταϊσμένο ορτύκι με ξίπασε και με αιφνιδίασε, με αποτέλεσμα να το κάνω 1 σφαίρα αλλά να το χάσω. Αυτό όμως το γεγονός με επανέφερε στην κυνηγετική πραγματικότητα από την νωθρότητα που έφερε ο χρόνος μέχρι εκείνη την στιγμή.
Με αυτά και με αυτά, συνεχίσαμε να ψάχνουμε προς την κατεύθυνση που τράβηξε ο καθένας μήπως και έρθουμε σε επαφή με αυτό που ψάχναμε. Την βουνίσια, λεβεντόκαρδη πέρδικα. Ωστόσο τα πουλιά ήταν άφαντα.
Η επόμενη έκπληξη ήρθε και πάλι σε εμένα. 300 μέτρα περίπου από το αυτοκίνητο του Κώστα που μας ανέβασε στο βουνό και ακριβώς πλησίον, ήρθε και πάρκαρε ένας λαγοκυνηγός και κατέβασε 3 Ελληνικούς ιχνηλάτες. Με έκπληξη είδα τους σκύλους του με το που κατέβηκαν από το τρέιλορ που τα μετέφερε, να γαβγίζουν σε ντορό και στα 60 μέτρα από τα 2 αυτοκίνητα και 100 μέτρα μακριά από εμένα, να σηκώνουν ένα κοπάδι πέρδικες με τουλάχιστον 10 πουλιά. Η μεγαλύτερη ατυχία ήταν όταν τα πουλιά τράβηξαν πορεία προς τον γκρεμό που βρισκόταν ακριβώς από κάτω και μη μου δίνοντας την δυνατότητα να τα ξαναψάξω. Η απογοήτευση έγινε ακόμη μεγαλύτερη. Ο λαγοκυνηγός με πολύ ειρωνεία και επιδειξιμανία φωνάζει: «Έλα Ρόζα μπράβο – μπράβο, έλα πέρδικες ήταν. Δεν κυνηγάμε πέρδικες, έλα». Ο θυμός και η απογοήτευση που με κυριεύσανε εκείνη την στιγμή ήταν μεγάλη. Μετά από 4 ώρες περπάτημα στο βουνό και σε κακοτράχαλη πέτρα, να έρχεται μπροστά σου, στην πορεία σου, ένα άλλος κυνηγός και να σου χαλάει την ημέρα. Ότι χειρότερο.
Αυτή είναι όμως η ομορφιά του κυνηγιού. Η απογοήτευση και η χαρά είναι πάρα πολύ κοντά όταν βρίσκεσαι μέσα στο βουνό. Η φύση τα ταίριασε έτσι ώστε να μην είσαι σίγουρος ποτέ για το τι θα δεις το αμέσως επόμενο λεπτό.
Περίπου 100 μέτρα από το αυτοκίνητο και λίγο πιο κάτω από εκεί που είχανε φτάσει τα 3 σκυλιά του λαγοκυνηγού, «έχασα» τον Κουάτρο. Η μορφολογία του εδάφους δεν βοηθούσε να τον εντοπίσω που ήταν, λόγω των χρυσόχορτων που ήταν απλομένα σαν χαλί στην συγκεκριμένη πλευρά του βουνού. Στην αρχή έκανα σκέψη ότι μπορεί να πήρε την πορεία που πήρανε και οι πέρδικές, μετά σκέφτηκα μήπως έπεσε στην μυρωδιά που άφησαν πριν λίγο οι πέρδικες που σηκώθηκαν και βρίσκεται σε φέρμα, η τρίτη σκέψη έκανε λόγο για κάποια πέρδικα που ίσως έμεινε στο σημείο εκείνο από το κοπάδι που σηκώθηκε πριν λίγο. Τίποτε από τα τρία. Ο Κουάτρο βρισκότανε περίπου 50 μέτρα μακριά μου σε ξαπλωτή φέρμα. Τι φέρμαρε μέχρι εκείνη την στιγμή μου ήταν άγνωστο. Από τη άλλη ήμουν αποφασισμένος μετά την αποτυχία που είχα με το ορτύκι νωρίτερα ότι, ότι και να είναι θα το καρπωθώ. Οι σκέψεις περνούσαν η μία πίσω από την άλλη για το τι φερμάρει ο Κουάτρο. Είχα την κατάλληλη θέση και ήμουν σε αναμονή. Το πρώτο σπάσιμο της φέρμας του Κουάτρο και το κούνημα της ουράς, μου έλυσε κατά κάποιο τρόπο την απορία της οσφρητικής του επιτυχίας. Είναι λαγός σκέφτηκα, αλλά δεν είχα άλλη επιλογή από το να περιμένω. Η αναμονή κράτησε περίπου 4 λεπτά. Ένας μεγάλος αρσενικός λαγός πετάχτηκε σαν βολίδα..!! Σαν βολίδα όμως έριξα και εγώ με μεγάλη αυτοπεποίθηση και περίπου στα 20 μέτρα τον είδα να κάνει τούμπες. Το αποτέλεσμα με ανακούφισε. Σε λίγο ο Κουάτρο καμαρωτός – καμαρωτός, προσπαθούσε να τον απορτάρει λόγω του μεγέθους του λαγού.
Αυτό ήταν, η ψυχολογία μου άλλαξε τελείως. Με το λαγό στο σακίδιο, ειδοποίησα τον Κώστα και τον Σταύρο για το αποτέλεσμα μου. Στο τηλέφωνο που έκανε στον Σταύρο ακολούθησε ο εξής διάλογος: «Σταύρο..!!! Είμαι στο αυτοκίνητο. Στα 300 μέτρα γύρω από το αυτοκίνητο σήκωσα, 1 ορτύκι που το τουφέκισα και το έχασα, ένα κοπάδι πέρδικες που δεν μπόρεσα να το ρίξω λόγω απόστασης και 1 λαγό τον οποίο τον πήρα. Η απάντηση του Σταύρου ήταν η εξής: «Μείνε ακίνητος, έρχεται ένα αγριογούρουνο επάνω σου..!!!. Εμείς ρε φίλε «σπάσαμε» τα πόδια μας με τον Κώστα, περπατήσαμε 10 χιλιόμετρα επάνω στην πέτρα και δεν είδαμε τίποτα και εσύ γύρω από το αυτοκίνητο έριξες τόσες σφαίρες και έκανες όλα αυτά;;;. Την άλλη φορά θα κυνηγήσουμε δίπλα – δίπλα..!!».
Τους περίμενα περίπου 40 λεπτά όπου καρπώθηκε και μία κάργα που περνούσε από πάνω μου. Σκέφτηκα το μαύρο (όπως είναι το αγριογούρουνο) το βρήκε ο Σταύρος, το είδος δεν βρήκε. Αντί για αγριογούρουνο ήρθε κάργα.
Όταν φτάσανε με το καλό ο Κώστα πήρε την φωτογραφική και ξεκίνησε της φωτογραφίσεις.
Τα πειράγματα ερχότανε το ένα μετά το άλλο. Στην επιστροφή ήμασταν ευδιάθετοι και κάναμε σχέδια για την επόμενη κυνηγετική έξοδο…..
Αυτό ήταν παιδιά..!! Αυτό έγινε 4 Οκτωβρίου. Μέχρι τις 5 Δεκεμβρίου έριξα μόνο 3 σφαίρες σε 19 εξόδους που έκανα από τότε. Οι «μαύρες» γάτες κάνανε την εμφάνισή τους. Το κακό το μάτι τους με ρήμαξε την ψυχολογία.
Ηλίας Μουλιστάνος για το ihunt.gr