Αρχική » Grid with Sidebar » Δασικές πυρκαγιές: το ελληνικό ρεκόρ και το κοινωνικό φαινόμενο

Δασικές πυρκαγιές: το ελληνικό ρεκόρ και το κοινωνικό φαινόμενο

by iHunt

Print Friendly, PDF & Email
demobanner

Από τα επίσημα στατιστικά στοιχεία πυρκαγιών της Ελλάδας, παρατηρείται μεγάλη αύξηση τα τελευταία 35 έτη, ιδίως σε περιόδους ξηρασίας ή πολιτικών γεγονότων (1981, 1985, 1988, 1998, 2000, 2007). Πλέον οι ετησίως καμένες εκτάσεις ξεπερνούν συχνά τα 1.000.000 στρέμματα. Το 2007 υπήρξε η χειρότερη χρονιά με περίπου 2.700.000 στρέμματα καμένα (πανευρωπαϊκή πρωτιά).

SVESTONOF

Οι παραδοσιακοί χρήστες των δασών έχουν μειωθεί, η δασική διαχείριση δεν υφίσταται, η βιομάζα των δασών και η μείξη δασών οικισμών αυξάνεται, η χωροταξία, το κτηματολόγιο και η πρόληψη πάσχουν. Αυτοί αποτελούν μερικούς παράγοντες που επιδεινώνουν και μετατρέπουν το φυσικό φαινόμενο των δασικών πυρκαγιών σε κοινωνικό και με σοβαρές επιπτώσεις σε ανθρώπινες ζωές, περιουσίες και το περιβάλλον.

Τα περί πυρκαγιών είναι χιλιοειπωμένα εδώ και δεκαετίες από ειδικούς δασολόγους, όπως ο αείμνηστος καθηγητής Καϊλίδης. Οι κύριες διαπιστώσεις και οι σύγχρονες προεκτάσεις περιγράφηκαν μετά την καταστροφή στο Μάτι το 2018 από το Πόρισμα με τίτλο: “ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΥΡΚΑΓΙΩΝ ΔΑΣΩΝ ΚΑΙ ΥΠΑΙΘΡΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ” υπό τον καθηγητή Johann Georg Goldammer και Έλληνες ειδικούς δασολόγους-πυρκαγιολόγους.
Ξεπερνώντας λοιπόν τις αοριστολογίες, θα γίνει μια περιληπτική αναφορά στο φαινόμενο και το ζήτημα με βάση την επιστήμη.

Το φαινόμενο

Στα μεσογειακά οικοσυστήματα (κυρίως δάση πεύκης, θαμνώνες, φρυγανολίβαδα κ.α.) ανέκαθεν συνέβαιναν πυρκαγιές και ο άνθρωπος αύξανε τη συχνότητά τους. Τα φυτικά είδη της Μεσογείου έχουν προσαρμοστεί στις πυρκαγιές και μάλιστα τούς είναι απαραίτητες, ανά χρονικά διαστήματα, για την αναγέννηση και τη διατήρησή τους. Το πρόβλημα είναι ότι τις τελευταίες δεκαετίες οι πυρκαγιές εκδηλώνονται αρκετά πιο συχνά από ό,τι στο παρελθόν, και με μεγαλύτερη ένταση και έκταση, και τότε ονομάζονται μεγα-πυρκαγιές. Κύριες αιτίες της εξέλιξης αυτής αναφέρεται ότι είναι:

1) Ο περιορισμός των δραστηριοτήτων των χρηστών των δασών: υλοτόμων, βοσκών, ρητινοσυλλεκτών, κυνηγών κ.α., με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν οι παραδοσιακοί επιτηρητές για να προσέχουν το δάσος, να αποτρέπουν επίδοξους εμπρηστές, να αντιμετωπίζουν άμεσα, στην αρχή τους, τις φωτιές και να μειώνουν τη βιομάζα – καύσιμη ύλη. Ο αριθμός των αγροτών μειώνεται, ενώ οι περισσότεροι από αυτούς είναι ηλικιωμένοι. Οι βοσκοί έβαζαν μικρές φωτιές το χειμώνα και την άνοιξη, σήμερα η ελεγχόμενη φωτιά έχει δαιμονοποιηθεί. Η υλοτομία σε πολλές περιοχές έχει σταματήσει. Πολλοί αγροί έχουν εγκαταλειφτεί, και άπαξ φυτρώσουν δασικά είδη αφαιρούνται από τους ιδιοκτήτες τους. Η ανεκμετάλλευτη φυτική βιομάζα συσσωρεύεται και δίνει τροφή τελικά στις γιγάντιες φλόγες.

2) H αύξηση των ακούσιων ή εκούσιων εμπρηστών. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970 οι περισσότερες πυρκαγιές οφείλονταν σε αμέλειες, ενώ από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 κι έπειτα η ανθρώπινη επίδραση εντάθηκε, με αποτέλεσμα η εκδήλωση των περισσοτέρων πυρκαγιών να συνδέεται με εμπρησμούς. Η αύξηση των αγροτικών εκτάσεων συμπίπτει με τις αυξημένες καμένες εκτάσεις καθώς από τη δεκαετία του 1970 και μεταγενέστερα εμφανίζεται έξαρση του φαινομένου των εμπρησμών από γεωργούς για αλλαγή χρήσης της γης από δασική σε γεωργική. Τις επόμενες δεκαετίες η αύξηση της αξίας της γης σε παραθαλάσσιες, περιαστικές και τουριστικές περιοχές και η έλλειψη κτηματολογίου άλλαξαν το κίνητρο των εμπρηστών. Έτσι επεκτάθηκε η αναφερόμενη ζώνη μείξης οικισμών-δάσους, και οι πυροσβεστικές δυνάμεις δίνουν έμφαση πλέον σε αυτές τις περιοχές προσπαθώντας να σώσουν ανθρώπινες ζωές και σπίτια.

3) Ο κίνδυνος έναρξης πυρκαγιών στα δάση και την ύπαιθρο αναμένεται να έχει αυξητικές τάσεις καθόσον στο μέλλον προβλέπονται, λόγω της αλλαγής του κλίματος, συχνότερα περιστατικά ξηρασίας με μεγαλύτερη διάρκεια και περισσότεροι καύσωνες κατά τη διάρκεια του έτους. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την επιμήκυνση της αντιπυρικής περιόδου, την ταχύτερη ξήρανση και αύξηση της ευφλεκτικότητας της βιομάζας, τη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών καύσης και τελικά την αύξηση της συχνότητας και της έντασης των πυρκαγιών, εφόσον η βιομάζα παραμένει υψηλή στα δάση και την ύπαιθρο.

Σχετικά με τα βαθύτερα αίτια αναφέρεται στο Πόρισμα των ειδικών:

1) Η απουσία ενός εθνικού επιστημονικού, συντονιστικού φορέα για το σχεδιασμό πολιτικής και στρατηγικής για την προστασία των δασών από τις πυρκαγιές ο οποίος να συνδέεται με την επιχειρησιακή πράξη.

2) Η έλλειψη κλίματος και πνεύματος συνεργασίας ανάμεσα στους εμπλεκόμενους φορείς και υπηρεσίες και ιδιαίτερα μεταξύ Πυροσβεστικού Σώματος και Δασικής Υπηρεσίας.

3) Η καταφανής πριμοδότηση της καταστολής σε σχέση με την πρόληψη τόσο σε επίπεδο στρατηγικής όσο και χρηματοδότησης.

4) Η εξαφάνιση της πρόληψης μέσω της υποχρηματοδότησης των έργων που την αφορούν και την αποδόμηση της κάθετης οργάνωσης της Δασικής Υπηρεσίας η οποία θα υποστήριζε τον συντονισμό του έργου της πρόληψης των πυρκαγιών σε εθνικό επίπεδο.

5) Η έλλειψη επαγγελματικής και πιστοποιημένης εκπαίδευσης του προσωπικού για την κάλυψη επιχειρησιακών ρόλων διοίκησης των επιχειρήσεων δασοπυρόσβεσης.

6) Το χαμηλό επίπεδο συντονισμού για την αντιπυρική προστασία των δασών και ειδικότερα στη φάση της καταστολής.

7) Η διαχρονική αύξηση (τελευταίες δεκαετίες) της συνέχειας και του φορτίου της δασικής καύσιμης ύλης σαν συνέπεια της εγκατάλειψης και της υποχρηματοδότησης της διαχείρισης των δασών.

8) Η υπερβολική εξάρτηση του συστήματος δασοπυρόσβεσης από τα εναέρια μέσα.

9) Το μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης που αντιλαμβάνεται το δασικό χώρο ως γεωτεμάχιο και όχι ως παραγωγικό πόρο.

10) Η έλλειψη αντίληψης του κινδύνου πυρκαγιάς στη ζώνη μείξης δασών-οικισμών.

11) Ο αποκλεισμός της επιστημονικής γνώσης, της καινοτομίας και της τεχνολογίας από την επιχειρησιακή πράξη της διαχείρισης των πυρκαγιών.

Η αντιμετώπιση

Η επιφανειακή και επικοινωνιακή προσέγγιση του ζητήματος πρέπει να πάψουν. Ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για την αντιμετώπιση των πυρκαγιών αναγκαίο είναι να βασιστεί στον περιορισμό των αιτιών, όπως και στην αρχή κόστος–όφελος, κατόπιν μελέτης. Για παράδειγμα, είναι καλύτερο να αγορασθούν περισσότερα αεροπλάνα που μόνο θα καταστέλλουν την ημέρα και όταν δεν πνέει ισχυρός άνεμος ή μήπως να επιδοτηθούν ντόπιοι υλοτόμοι ή συλλέκτες δασικών προϊόντων οι οποίοι θα μειώνουν την καύσιμη ύλη, θα παράγουν δασικά προϊόντα, θα επιβλέπουν το δάσος, θα καταστέλλουν άμεσα τις φωτιές με τον εξοπλισμό τους και θα τους δοθεί κίνητρο για να παραμείνουν και να προστατέψουν τον τόπο τους;

Γιατί παραμένει ισχνή η διαχείριση των δασών με κατάλληλες υλοτομίες, κλαδεύσεις, ελεγχόμενη βόσκηση και απομάκρυνση του εύφλεκτου υπορόφου, ώστε να μειωθεί η βιομάζα και να εμποδίζεται η μετατροπή των ερπουσών πυρκαγιών (καίνε χαμηλή βλάστηση) σε επικόρυφες (καίνε την κόμη των δέντρων); Είναι γνωστό ότι η βιομάζα των δασών μας θα μπορούσε να αξιοποιηθεί στην παραγωγή πράσινης ενέργειας.

Πού είναι η δημιουργία αντιπυρικών ζωνών και οι φυτεύσεις λιγότερο εύφλεκτων δένδρων; Αντίθετα, τα δασικά φυτώρια εγκαταλείπονται. Οι ορθά σχεδιασμένες αντιπυρικές ζώνες μπορούν να ευνοούν τη βιοποικιλότητα, την παραγωγή βοσκήσιμης ύλης, θηραμάτων, την αναψυχή στα δάση κ.λπ..

Γιατί η πρακτική του αντιπύρ δεν εφαρμόζεται; Στην πράξη της καταστολής είναι γνωστό ότι οι μεγάλες πυρκαγιές σβήνουν με φωτιά και όχι με νερό. Ωστόσο η Πυροσβεστική Υπηρεσία δεν έχει υιοθετήσει και νομιμοποιήσει την πρακτική αυτή. Παλαιότερα την εφάρμοζαν με επιτυχία δασικοί, όπως και το 2007 την εφάρμοσαν ευρέως Κύπριοι δασικοί στην Πελοπόννησο και την Εύβοια.

Η Ελλάδα διαθέτει το μεγαλύτερο στόλο εναέριων πυροσβεστικών μέσων της Ευρώπης, και τηρουμένων των αναλογιών, ολόκληρου του κόσμου. Αυτά τα εναέρια μέσα στη χώρα μας χρησιμοποιούνται χωρίς να είναι πάντα αναγκαίο, με τεράστιο οικονομικό κόστος και συχνά μικρό όφελος (ένα αεροπλάνο ή ελικόπτερο

Δασοπυρόσβεσης κοστίζει για μία ώρα επιχείρησης, ανάλογα με τον τύπο, 3.000-17.000 ευρώ). Το πολιτικό κόστος και αυτό που φαίνεται πιο εύκολα στα ΜΜΕ οδηγεί τους ιθύνοντες να δίνουν έμφαση στα εναέρια μέσα, και παράλληλα προκαλούν διαχρονικά καταστάσεις αναποτελεσματικότητας και έλλειψης συντονισμού σε μεγάλες πυρκαγιές.

Δρ Χρήστος Κ. Σώκος
Δασολόγος Περιβαλλοντολόγος


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ