Αρχική » Grid with Sidebar » ΜΟΛΥΒΔΙΑΣΗ μέρος Α: επιπτώσεις στο θήραμα

ΜΟΛΥΒΔΙΑΣΗ μέρος Α: επιπτώσεις στο θήραμα

by iHunt

Print Friendly, PDF & Email
demobanner

Ο μόλυβδος (Pb) είναι τοξικός για όλες τις μορφές ζωής, για το λόγο αυτό έχει αφαιρεθεί από διάφορα υλικά όπως τα καύσιμα, τα χρώματα, τους σωλήνες μεταφοράς νερού κ.α.. Επίσης, σε μερικά κράτη έχει απαγορευθεί η χρήση του σε βαρίδια ψαρέματος καθώς και ως υλικό κατασκευής των σκαγιών που χρησιμοποιούνται στο κυνήγι των υδροβίων. Από το 2013 η απαγόρευση ισχύει και στην Ελλάδα.

SVESTONOF

Το κυνήγι με σκάγια από μόλυβδο έχει αποδειχθεί εδώ και πάνω από ένα αιώνα, ότι προκαλεί θνησιμότητα σε αρκετά υδρόβια είδη πτηνών λόγω της δηλητηρίασης από την κατάποση των σκαγιών (Grinnel 1894). Τα τελευταία έτη ανάλογες επιπτώσεις καταγράφονται και για άλλα είδη θηραμάτων και για τους κυνηγούς ως καταναλωτές των θηραμάτων.

Στο άρθρο αυτό θα εξεταστούν οι επιπτώσεις της μολυβδίασης στο θήραμα και σε επόμενα άρθρα θα εξεταστούν οι επιπτώσεις στον άνθρωπο, όπως και η διαχείριση του προβλήματος, ειδικά στην Ελλάδα.

H μολυβδίαση στην άγρια πανίδα καταγράφεται κυρίως σε είδη που προσλαμβάνουν μικρά χαλίκια και σε αρπακτικά πτηνά που τρέφονται με τα είδη αυτά. Συγκεκριμένα αναφέρεται σε πάπιες, χήνες, κύκνους και λιγότερο σε πέρδικες και φασιανούς, αλλά απαντά και σε άλλα είδη. Επειδή τα σκάγια έχουν ανάλογο μέγεθος με των χαλικιών, αυτό έχει ως συνέπεια να καταναλώνονται από τα πτηνά και να εναποτίθενται στον πρόλοβο.
Το περιεχόμενο του προλόβου είναι ιδιαίτερα όξινο, η οξύτητα αυτή, μαζί με το άλεσμα που προκαλούν οι κινήσεις του προλόβου, μπορεί να οδηγήσουν σε ολική διάλυση του σκαγιού μέσα σε μερικές εβδομάδες. Τότε ο μόλυβδος θα απορροφηθεί από τον οργανισμό προκαλώντας επιπτώσεις στο μυϊκό και νευρικό σύστημα. Επίσης, είναι δυνατόν να διαταραχθεί η λειτουργία της πέψης οδηγώντας το πτηνό σε ασιτία, έτσι ο πρόλοβος μπορεί να είναι γεμάτος τροφή αλλά το πτηνό να πεθαίνει από ασιτία.


Τα λευκά βέλη υποδεικνύουν σκάγια που έχουν καταποθεί.

Τα συμπτώματα της μολυβδίασης είναι το γύρισμα του κεφαλιού προς τα πίσω, πάνω στην πλάτη (φαινόμενο που αποκαλείται «lumber neck»), γενικότερη νευρομυϊκή παράλυση με ανικανότητα πτήσης και στάσης, διάρροια πράσινου χρώματος, αδυναμία και τελικά θάνατος. Η δηλητηρίαση από μόλυβδο, είναι δυνατόν να προκαλεί έμμεσα θνησιμότητα όταν συνδυάζεται και με άλλους δευτερογενείς παράγοντες (άρπαγες, παθογόνα, ασιτία, ψύχος).

Η θνησιμότητα που προκαλεί η μολυβδίαση εξαρτάται από:

1) Το είδος του πτηνού: οι καταδυτικές πάπιες προσλαμβάνουν περισσότερα σκάγια, ακολουθούν οι επιφανείας και τέλος οι επιφανείας που τρέφονται κυρίως με φυτά στα λιβάδια και χωράφια. Επίσης, σημαντικό ρόλο παίζει η προτίμηση του είδους ως προς το μέγεθος των χαλικιών, έτσι είδη που προτιμούν χαλίκια σε ανάλογο μέγεθος με αυτό των σκαγιών είναι πιο ευαίσθητα.

2) Το φύλο: Η επίδραση του μολύβδου έχει αποδειχθεί ότι διαφέρει μεταξύ των δύο φύλων λόγω του διαφορετικού βαθμού πρόσληψης σκαγιών και ρυθμού κατανάλωσης της τροφής. Γενικά, τα θηλυκά καταναλώνουν περισσότερα χαλίκια ιδίως πριν την αναπαραγωγική περίοδο, με σκοπό την πρόσληψη ασβεστίου, έτσι λαμβάνουν και περισσότερα σκάγια σε σύγκριση με τα αρσενικά.

3) Την ηλικία: Τα ανώριμα άτομα είναι λιγότερα ευαίσθητα στον μόλυβδο, διότι ο μόλυβδος εναποτίθεται μαζί με το ασβέστιο στην κατασκευή των οστών.

4) Τη διαθεσιμότητα σκαγιών: Δύο παράγοντες επιδρούν στη διαθεσιμότητα των σκαγιών που είναι δυνατόν να προσλαμβάνει το πτηνό. Ο πρώτος αναφέρεται στον ρυθμό με τον οποίο εναποτίθενται τα σκάγια στον πυθμένα και ο δεύτερος στον τύπο του πυθμένα. Επίσης υγρότοποι στους οποίους δεν υπάρχουν χαλίκια κατάλληλου μεγέθους, αυξάνεται η πρόσληψη σκαγιών από τα πτηνά.

5) Την κατανάλωση τροφής και το είδος της τροφής: είδη που καταναλώνουν σκληρή τροφή όπως ο αραβόσιτος οδηγούνται σε ταχύτερη διάσπαση των σκαγιών και απελευθέρωση του μολύβδου σε σύγκριση με τα είδη που καταναλώνουν μαλακή τροφή. Τροφή πλούσια σε πρωτεΐνες, ασβέστιο και φωσφόρο μειώνει την τοξικότητα του μολύβδου. Ανάλογα σε πειράματα με την πρασινοκέφαλη, βρέθηκε ότι όταν τα πτηνά είχαν τη δυνατότητα να προσλάβουν χώμα η τοξικότητα μειώνονταν.

Γενικά, ισχύει ότι εάν η δόση ανέρχεται στα δέκα σκάγια, τότε το πτηνό πρόκειται να πεθάνει σε σύντομο χρονικό διάστημα. Απαιτούνται 4 – 5 σκάγια περίπου για τα περισσότερα είδη ώστε να οδηγηθεί το πτηνό σε θάνατο, ενώ υπό συνθήκες, ακόμα και 1 – 3 σκάγια (16mg ανά kg βάρους) μπορούν επίσης να θεωρηθούν ως ικανή δόση για τη θανάτωση πολλών ειδών.
Στην Ευρώπη, για την πρασινοκέφαλη (Anas platyrhynchos) διαπιστώνεται ότι η κατάποση ενός τουλάχιστον σκαγιού κυμαίνεται από 2-10% των πτηνών στους υγρότοπους της βόρειας Ευρώπης, ενώ στη νότια Ευρώπη μπορεί να φτάσει έως 25-45%. Τα είδη με την υψηλότερη κατάποση είναι η σουβλόπαπια (Anas acuta) και η κυνηγόπαπια (Aythya ferina) με ποσοστά που μπορούν να ανέρθουν σε 60-70%. Η δηλητηρίαση από μόλυβδο έχει αναγνωριστεί ως σημαντική αιτία θανάτου για το κεφαλούδη (Oxyura leucocephala) και για τους κύκνους (Cygnus sp.).

Στην Ελλάδα έχουν διεξαχθεί δύο έρευνες. Η πρώτη από τους Pain & Χανδρινό το 1990 στον Έβρο σε 100 θηρευμένες πάπιες, όπου περίπου 40-50% των κυνηγόπαπιων, σουβλόπαπιων και πρασινοκέφαλων βρέθηκε να έχουν καταπιεί ένα τουλάχιστον σκάγι, ενώ για τις υπόλοιπες πάπιες το ποσοστό μειώνεται κάτω από 15%.
Στη δεύτερη έρευνα από Καζαντζίδη και Καρμίρη συλλέχθηκαν κατά την περίοδο 2004-2008, 547 υδρόβια πτηνά που ανήκαν σε 18 είδη από Έβρο, Αλιάκμονα–Αξιό, Λιμνοθάλασσες Μεσολογγίου, Βιστονίδας, Λιμνοθάλασσα Καλλονής και το Δέλτα Σπερχειού. Το Δέλτα Έβρου ήταν εκείνο με το μεγαλύτερο ποσοστό παπιών με σκάγια αλλά σε ποσοστό πολύ μικρότερο από την πρώτη έρευνα των Pain & Χανδρινού.
Στη σουβλόπαπια το ποσοστό ήταν 26,7%, στην πρασινοκέφαλη 16,2% και στο σφυριχτάρι (Anas penelope) 11.5%, για τα υπόλοιπα είδη των επιφανειακών παπιών το ποσοστό είναι <8%. Στις καταδυτικές πάπιες κυνηγόπαπια και βαλτόπαπια (Aythya nyroca) το ποσοστό είναι 16,7% και για την ασπρομετωπόχήνα (Anser albifrons) 18,2%.

Σε επίπεδο πληθυσμού, εκτιμήθηκε σε περιοχή της Βρετανίας, ότι η θνησιμότητα από μόλυβδο ανέρχεται σε 5% για τη σουβλόπαπια και 2,3-4% για την πρασινοκέφαλη, αποτελέσματα ανάλογα με αυτά που βρέθηκαν σε έρευνες στη βόρειο Αμερική. Ωστόσο υπάρχουν εκτιμήσεις για ακόμα μεγαλύτερη θνησιμότητα, όπως και μια τάση των υδροβίων θηραματικών ειδών που είναι πιο ευαίσθητα στη μολυβδίαση να συσχετίζεται με μια μεγαλύτερη τάση για μείωση του πληθυσμού τους (Σχήμα 2).


Για τα ορνιθόμορφα η κατάσταση είναι καλύτερη. Σε κοκκινοπόδαρες πέρδικες (Alectoris rufa) καταποση έστω ενός σκαγιού εντοπίζεται μεταξύ 1,4% στη Βρετανία και 3,9% στην Ισπανία. Ενώ για την πεδινή πέρδικα στη Βρετανία είναι 4,5% στις ενήλικες και 6,9% στις ανήλικες, και η συνολική θνησιμότητα εκτιμάται στο 3% του πληθυσμού. Στην Ουγγαρία το 4,75% των φασιανών είχαν καταναλώσει 1-8 σκάγια, ενώ πειραματική προσέγγιση έδειξε ότι η μολυβδίαση μπορεί να προκαλεί επιπτώσεις στην αναπαραγωγή του είδους.

Συνεχίζεται……….

Του Δρος Χρήστου Σώκου


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ