Αρχική iHunt.gr Αστάθεια του καιρού και αναπαραγωγή των περδικών

Αστάθεια του καιρού και αναπαραγωγή των περδικών

από iHunt Team

demobanner

Αστάθεια … μια λέξη που την ακούμε πλέον συχνά στα δελτία καιρού. Κύματα ψύχους, καύσωνες, καταιγίδες, χαλάζι, ισχυροί άνεμοι, χαρακτηρίζονται ακραία λόγω της έντασής τους.

Ανέκαθεν εμφανίζονται κυρίως στις αρχές του καλοκαιριού και αρχές φθινοπώρου λόγω αλλαγής εποχής – αλλά υποστηρίζεται ότι η συχνότητά τους έχει αυξηθεί τα τελευταία έτη και λόγω της κλιματικής αλλαγής. Στη χώρα μας για παράδειγμα, καταγράφεται τα τελευταία έτη, αύξηση κατά 31% του αριθμού ημερών χαλαζιού, συγκριτικά με την περίοδο της δεκαετίας 1984-93.

Φέτος παρατηρήθηκε έντονη αστάθεια τόσο στη θερμοκρασία, με ασυνήθιστα χαμηλές ή υψηλές θερμοκρασίες, όσο και στα κατακρημνίσματα με αρκετές καταιγίδες, χαλάζι, ακόμα και χιονοπτώσεις, και από την άλλη, ξηρασία σε κάποιες περιοχές της νότιας Ελλάδας. Τι σημαίνει όμως αυτό για την αναπαραγωγή των περδίκων;

Πέρδικες και νεοσσοί μετά από έντονη βροχόπτωση 

Το τρίμηνο Απρίλιος-Ιούνιος θεωρείται σημαντικό για την αναπαραγωγή τους στα χαμηλά υψόμετρα – ενώ στα ορεινά, μετατίθεται ένα με ενάμισι μήνα αργότερα, Μάιο-Ιούλιο ή έως μέσα Αυγούστου. Το μέγεθος των πληθυσμών των περδίκων κυμαίνεται από έτος σε έτος. Έχει αποδειχθεί ότι αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην αναπαραγωγική επιτυχία και στην επιβίωση τους στα κρίσιμα πρώτα βήματα της ζωής τους. Οι επικρατούσες κάθε φορά καιρικές συνθήκες διαδραματίζουν σοβαρό ρόλο. Ας δούμε λοιπόν τι λένε έρευνες για το θέμα αυτό.

Χιονοπτώσεις εν μέσω του Ιουνίου του 1994 στις Γαλλικές Άλπεις και απότομη μείωση της ορεινής πέρδικας (Alectoris graeca saxatilis) αποτέλεσε το έναυσμα για τους θηραματολόγους του Οργανισμού Θήρας της Γαλλίας να διερευνήσουν περαιτέρω την επίδραση του καιρού. Από προηγούμενη έρευνα του 1992 ήταν γνωστό ότι βροχοπτώσεις κατά τον Ιούνιο και Ιούλιο έχουν επιπτώσεις στην αναπαραγή.

Σε μια περιοχή 13,55km2, υψόμετρο 900-2800 και με μέση ετήσια βροχόπτωση 1000mm έγιναν καταγραφές των περδίκων.

Το Μάιο γίνονταν απογραφή των κρωξιμάτων των αρσενικών και τον Αύγουστο (μετά την αναπαραγωγή και πριν την έναρξη της θήρας) εντοπισμός των κοπαδιών με σκύλους φέρμας και υπολογισμός της αναλογίας ανήλικων/ενήλικων περδίκων. Βρέθηκε ότι η επιτυχία αναπαραγωγής, επηρεάζεται από τις καιρικές συνθήκες και καθορίζει τον πληθυσμό περισσότερο, ακόμα και από τη δριμύτητα των χιονοπτώσεων του χειμώνα. Άρα τα κατακρημνίσματα κατά την αναπαραγωγική διαδικασία αποτελούν σοβαρό παράγοντα που επιδρά αρνητικά στον πληθυσμό.

Ανάλογη έρευνα στις Ιταλικές Άλπεις σε 41,31km2, έδειξε επίσης ότι οι βροχοπτώσεις κατά τον Ιούνιο και τον Ιούλιο δρουν αρνητικά.

Συγκεκριμένα, ελήφθησαν υπόψη πληθυσμιακά δεδομένα, από το 2000 έως το 2010, και παράλληλα μετεωρολογικές παράμετροι όπως αριθμός ημερών βροχής, ένταση μεμονωμένων βροχοπτώσεων, αριθμός διαδοχικών ημερών αδιάλειπτης βροχής και μέση θερμοκρασία, ελάχιστη και μέγιστη, που καταγράφηκαν κατά την αναπαραγωγική περίοδο (από το δεύτερο μισό του Μαΐου έως το πρώτο μισό του Αυγούστου).

Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι κλιματολογικές συνθήκες που εμφανίζονται κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής περιόδου είναι ζωτικής σημασίας για την αναπαραγωγική επιτυχία. Η κλιματική παράμετρος με την ισχυρότερη αρνητική συσχέτιση με την αναπαραγωγή αποδείχθηκε η σφοδρότητα των βροχοπτώσεων κατά το δεύτερο μισό του Ιουλίου.

Αν μεταφερθούμε στα χαμηλότερα υψόμετρα, πολύ ενδιαφέρουσα είναι η έρευνα που διεξήχθη στη Γαλλία για την πεδινή πέρδικα. Συνολικά σε 437 θηλυκές πεδινές πέρδικες τοποθετήθηκαν πομποί και μέσω ραδιοτηλεμετρίας παρακολουθήθηκε η φωλεοποίησή τους.

Κελύφη αυγών με οπές ή μεγάλα κομμάτια κελύφων διάσπαρτα γύρω από τη φωλιά, παραπέμπει στην καταστροφή από άρπαγες. Θρυμματισμένα κελύφη αυγών σε ένα σημείο υποδεικνύει μηχανική καταστροφή από γεωργικά μηχανήματα, ενώ άθικτα κρύα αυγά υποδεικνύουν εγκατάλειψη της φωλιάς.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα δεν κατέστει εφικτό να εντοπιστεί σαφή επίδραση των ισχυρών βροχοπτώσεων στην εγκατάλειψη των φωλιών. Ωστόσο, οι περισσότερες βροχοπτώσεις κατά τον Ιούλιο αυξάνουν το ποσοστό των θηλυκών χωρίς νεοσσούς. Στα πεδινά σιταροχώραφα της Γαλλίας οι έντονες βροχοπτώσεις μπορούν να πλημμυρίσουν τις φωλιές.

Από την άλλη, οι βροχοπτώσεις καθυστερούν το θερισμό των σιτηρών και αυτό τις προστατεύει από την καταστροφή των φωλιών από τις θεριζοαλωνιστικές μηχανές και την αφαίρεση της κάλυψης που προσφέρουν τα σιτηρά.

Όσον αφορά τη θερμοκρασία, καταγεγραμμένη πτώση της για δύο εβδομάδες κατά τη διάρκεια της περιόδου εκκόλαψης είχε επιπτώσεις στους νεοσσούς. Η μειωμένη θερμοκρασία επιδρά στην αφθονία των εντόμων που είναι κρίσιμη για τη διατροφή των νεοσσών κατά τις πρώτες εβδομάδες της ζωής τους.

Παρόμοια έρευνα για την πεδινή πέρδικα στην Πολωνία, έδειξε ότι τα ποσοστά επιβίωσης των νεοσσών:

– αυξήθηκαν όταν η θερμοκρασία παραμένει σε κανονικά επίπεδα και

– μειώθηκαν με τον αυξανόμενο αριθμό βροχερών ημερών τον Ιούνιο.

Συμπερασματικά, οι βροχοπτώσεις, και ιδίως αυτές μεγαλύτερης έντασης δρουν αρνητικά κατά την αναπαραγωγική περίοδο, ενώ η θερμοκρασία όταν διατηρείται σε κανονικά επίπεδα δρα ευεργετικά, έμμεσα, με την αύξηση της αφθονίας των εντόμων.

Στα μεσογειακά οικοσυστήματα της χώρας μας υπάρχει γενικά αφθονία εντόμων και η θερμοκρασία δεν αναμένεται να επιδρά σοβαρά στην αναπαραγωγή, εκτός από κάποιες πρόωρες αναπαραγωγικές προσπάθειες.

Σύμφωνα με το Μάνιο μάλιστα, το ξηροθερμικό περιβάλλον στη Φωκίδα οδηγεί τις ορεινές πέρδικες να καταναλώνουν περισσότερα αρθρόποδα τα οποία είναι φορείς του παρασίτου Tetrathyridium, το οποίο μπορεί να προκαλέσει στις πέρδικες ακόμα και το θάνατο. Αντίθετα, στη βροχερότερη Πίνδο, όπου η πέρδικα τρέφεται με περισσότερη χλωρή βλάστηση η προσβολή από το παράσιτο είναι μικρότερη.

Συνεπώς, το τι ακριβώς αλληλεπιδράσεις αναπτύσσονται, είναι ορθότερο να μελετώνται σε τοπικό επίπεδο.

Ο Οργανισμός Θήρας της Βρετανίας αναφέρει διαχειριστικές πρακτικές που βοηθούν τις πεδινές πέρδικες να ξεπεράσουν τις επιπτώσεις των βροχοπτώσεων κατά την αναπαραγωγή. Τέτοιες είναι:

1) η ύπαρξη περιθωρίων στις άκρες των αγρών, υπεριψωμένων και με κατάλληλη αραιή βλάστηση κοντά στο έδαφος,

2) η προσφορά τροφής συνήθως με την εγκατάσταση ταϊστρών (προσοχή να μην ευνοούνται αρουραίοι και άλλα επιζήμια είδη), και

3) ο περιορισμός της όχλησης, καθότι το ξεπέταγμα της κλώσας μπορεί να προκαλέσει σοβαρή θνησιμότητα στους νεοσσούς.

Στο ξηροθερμικό περιβάλλον της χώρας μας, χρήσιμη είναι και η εγκατάσταση ποτιστρών. Αυτό έχει αποδειχθεί σε έρευνες στην Ισπανία, στις ΗΠΑ, αλλά και στην Ελλάδα.

Φωλιά πεδινής πέρδικας στον κάμπο της Δράμας – Φωτο του Γιώργου Παπαντωνίου

Σε περιοχή του Νομού Σερρών και σε υψόμετρο από 68 έως 118, εγκαταστάθηκαν ποτίστρες στο πλαίσιο του προγράμματος βελτίωσης ενδιαιτημάτων της ΚΟΜΑΘ. Η περιοχή καλύπτεται κυρίως από ξηρικές καλλιέργειες σιτηρών, μηδικής, ελιάς και αμπέλου. Μεταξύ των αγρών υπάρχουν φυτοφράχτες.

Ποτίστρα της ΣΤ’ ΚΟΜΑΘ

Κατά τους θερινούς μήνες δεν υπάρχει επιφανειακό νερό στην περιοχή και τα κατακρημνίσματα είναι ελάχιστα.

Ένα από τα είδη που επισκέφτηκαν τις ποτίστρες σε μεγάλη συχνότητα ήταν οι πεδινές πέρδικες.

του Δρος Χρήστου Κ. Σώκου

Print Friendly, PDF & Email

Σχετικά Άρθρα

Τα cookies επιτρέπουν μια σειρά από λειτουργίες που ενισχύουν την εμπειρία σας στο ihunt.gr. Χρησιμοποιώντας αυτόν τον ιστότοπο, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies, σύμφωνα με τις οδηγίες μας Αποδοχή Περισσότερα