Η λύσσα μετρά τη δεύτερη χρονιά από την επανεμφάνιση της στη χώρα μας και τα κρούσματα ειδικά στη Μακεδονία, διαδέχονται το ένα το άλλο με σταθερούς ρυθμούς.
Ο ρόλος των κυνηγών, τόσο ατομικά όσο και σε επίπεδο Οργανώσεων έχει γίνει σαφές από κάθε αρμόδιο πως είναι καταλυτικός, ακόμη και στις περιπτώσεις που οι αρμόδιοι είναι προφανώς αντικυνηγοί.
Οι Κυνηγετικές Οργανώσεις με πρωταγωνίστρια την Κ.Σ.Ε. συμμετέχουν στην πράξη στην Επιτροπή Επιτήρησης της Λύσσας και φαίνεται πως αν και είμαστε οι μόνοι εθελοντές σε αυτήν την υπόθεση, οι κυνηγοί αποτελούμε μακράν τον πιο αξιόπιστο κρίκο της αλυσίδας που έχει να κάνει με τη συγκεκριμένη θανατηφόρο ζωοανθρωπονόσο.
Πρόσφατα ολοκληρώθηκαν τα πέντε σεμινάρια για την ενημέρωση των κυνηγών – φυλάκων θήρας, όπως και των τοπικών Κτηνιατρικών και Δασικών Αρχών, που διοργανώθηκαν από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και την Κυνηγετική Συνομοσπονδία Ελλάδος σε διάφορες περιοχές της χώρας.
Βασικός στόχος αυτών των σεμιναρίων ήταν να εκπαιδευτούν σχετικά οι συμμετέχοντες στο πρόγραμμα ενεργητικής επιτήρησης, που θα ακολουθήσει κατόπιν του εμβολιασμού των αλεπούδων αλλά και η ενημέρωση των εμπλεκόμενων φορέων και των πολιτών.
Προς ενημέρωση των αναγνωστών αναφέρεται πως από τον Οκτώβριο του 2012 (πρώτο επιβεβαιωμένο κρούσμα στην Κοζάνη) μέχρι σήμερα, εφαρμόστηκε (με πολλές παρεκκλίσεις) η διαδικασία της παθητικής επιτήρησης της λύσσας, η οποία σαν κύριο χαρακτηριστικό είχε τη συλλογή νεκρών αλεπούδων από συνεργεία στα οποία συμμετείχαν ένας Δασικός Υπάλληλος, ένας Ομοσπονδιακός Θηροφύλακας και μέχρι δύο κυνηγοί από κάθε Κυνηγετικό Σύλλογο.
Αν και η συλλογή νεκρών δειγμάτων απέτυχε σε ότι αφορά τον αριθμό αλεπούδων που έπρεπε να συγκεντρωθούν από κάθε νομό (όπως ήταν αναμενόμενο, μιας και οι αλεπούδες δεν πάνε να ψοφήσουν κοντά σε δρόμους, κάτι που γνωρίζει κάθε κυνηγός αλλά όχι και οι αρμόδιοι όπως φαίνεται), κανείς στα Υπουργεία και τις Κτηνιατρικές και Δασικές Υπηρεσίες δεν τόλμησε να αναφέρει επίσημα μέχρι σήμερα τη λέξη «θανάτωση».
Αυτό οφείλεται αποκλειστικά σε δύο λόγους: στο καθεστώς τρομοκρατίας που έχουν επιβάλλει τα λόμπι των οικολογικών και φιλοζωικών σωματείων, που καραδοκούν με εξώδικα και μηνύσεις στο χέρι αν τολμήσει κανείς να θέσει θέμα θανάτωσης των αλεπούδων ή ευθανασίας των αδέσποτων (πράγματα που εφαρμόζονται σε μακράν πιο προηγμένες χώρες από την Ελλάδα, ιδίως όταν πρόκειται για τη δημόσια υγεία) και στην σημαντική έλλειψη συντονισμού και συνέπειας από πλευράς αρμόδιων, από τους Υπουργούς μέχρι τον τελευταίο δασοφύλακα οι οποίοι αν και γνωρίζουν πως θα μπορούσε να σκοτωθεί ο απαιτούμενος αριθμός δειγμάτων (νεκρών αλεπούδων) που έχει οριστεί μέσα από τις εξόδους των παραπάνω συνεργείων, εν τούτοις δεν τόλμησαν ούτε μία φορά να πουν και να γράψουν στα χαρτιά τους την παραπάνω αυτονόητη και προβλεπόμενη ακόμη και σε Ευρωπαϊκές Συνθήκες πραγματικότητα. Να τονίσω εδώ πως πρόκειται για θηρεύσιμο είδος και μέχρι πρότινος επικηρυγμένο στην Ελλάδα, που σημαίνει πως δεν τίθεται θέμα απειλής του πληθυσμού και τα λοιπά φαιδρά που ανακαλύπτουν όσοι πίσω από τις απαγορεύσεις στοχεύουν στην κατάργηση του κυνηγιού και όχι στην προστασία των ειδών.
Εκτός της αναποτελεσματικής διαδικασίας της παθητικής επιτήρησης της λύσσας, από την οποία 3 μήνες πριν το τέλος του έτους, δεν έχει συγκεντρωθεί ούτε το 40% των απαιτούμενων δειγμάτων, με ορισμένους νομούς που βρίσκονται κοντά σε κρούσματα να βρίσκονται κοντά σε μηδενικό ποσοστό, το ΥΠΑΑΤ έχει προγραμματίσει στο άμεσο μέλλον τη ρίψη εμβολίων από αέρος με σκοπό να γίνει εμβολιασμός των αλεπούδων σε πολλούς νομούς της χώρας και σε ακτίνα 50χμ από κάθε καταγεγραμμένο κρούσμα από τα 28 που βρέθηκαν μέχρι σήμερα στη χώρα μας.
Τα σεμινάρια που πραγματοποιήθηκαν αυτές τις μέρες είχαν σαν αντικείμενο τις ενέργειες που πρέπει να συνοδεύσουν τους αεροεμβολιασμούς με σκοπό τη μέγιστη αποτελεσματικότητά τους.
Για την παρακολούθηση και αξιολόγηση της επιτυχίας του συγκεκριμένου προγράμματος το οποίο στην Ευρώπη εφαρμόζεται εδώ και αρκετά χρόνια, αλλά στην Ελλάδα για πρώτη φορά, αποφασίστηκε να ξεκινήσει και ενεργητική επιτήρηση, δηλαδή θανάτωση περίπου δύο υγειών αλεπούδων ανά 100 τ.χμ. έτσι ώστε να διαπιστωθεί με τις κατάλληλες εξετάσεις το αν και κατά πόσο καταναλώθηκαν τα εμβόλια και σε ποιο ποσοστό πέτυχαν το σκοπό τους, δηλαδή τη δημιουργία αντισωμάτων στις αλεπούδες που αποτελούν τον κύριο φορέα της νόσου.
Μέχρι εδώ τα πράγματα είναι καλά, και αν και η διαδικασία των αεροεμβολιασμών χωρίς την (έστω πειραματική) ταυτόχρονη εφαρμογή και άλλων λιγότερο δαπανηρών μέτρων (π.χ. παγίδες) ξενίζει μερικούς, υπάρχει η δικαιολογία πως τα κονδύλια που θα δαπανηθούν (περί το ένα εκ. ευρώ) έρχονται από την Ε.Ε. στην οποία οι αεροεμβολιασμοί αποτελούν την πιο συνηθισμένη μέθοδο αντιμετώπισης της νόσου.
Περνώντας όμως από το σχεδιασμό στην πράξη τα πράγματα αλλάζουν και αποδεικνύεται με ιδιαίτερα δυσάρεστο, αποκαρδιωτικό αλλά και εξοργιστικό τρόπο πως ενώ οι αεροεμβολιασμοί προγραμματίζεται να γίνουν μέσα στον επόμενο μήνα, το μόνο που έχει εξασφαλιστεί είναι η προμήθεια των εμβολίων και η διαδικασία ρίψης τους από αέρος.
Σε ότι αφορά το μεγαλύτερο πλήθος ενεργειών που θεωρούνται απαραίτητες για την επιτυχή υλοποίηση του παραπάνω δαπανηρού προγράμματος, η έλλειψη πολιτικής βούλησης, πόρων, συντονισμού των υπηρεσιών και προσωπικού αλλά και η έλλειψη υπευθυνότητας, ηθικής και κοινής λογικής που παρατηρείται, μας οδηγεί χωρίς ιδιαίτερες επιφυλάξεις στο τραγικό συμπέρασμα πως οι αρμόδιοι φορείς όχι μόνο δε φαίνονται ικανοί να αντιμετωπίσουν το συγκεκριμένο κίνδυνο για τη δημόσια υγεία αλλά εκφράζονται φόβοι πως με τη στάση τους δεν αποκλείεται να έχουν τα αντίθετα αποτελέσματα.
Να σημειώσουμε εδώ πως για την ομάδα του ihunt που επιμελήθηκε το συγκεκριμένο ρεπορτάζ, έστω και ένα κρούσμα επίθεσης λυσσασμένου ζώου σε άνθρωπο θεωρείται αποτυχία των αρμόδιων Υπηρεσιών, ειδικά όταν το κρούσμα είναι παιδί, όπως συνέβη στην Πέλλα πριν από κάποιους μήνες.
Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, εκφράζουμε την εκτίμηση πως αν θα ήταν να απειληθεί το παιδί οποιουδήποτε κτηνίατρου, δασικού ή άλλου αρμόδιου, την παραπάνω άποψη, θα την υιοθετούσαν και οι ίδιοι.
Επειδή η λύσσα αποτελεί κίνδυνο για τη δημόσια υγεία και οι κυνηγοί τόσο ατομικά, όσο και σε επίπεδο οργανώσεων έχουμε ιδιαίτερα μεγάλη ευθύνη και επειδή οι Κυνηγετικές Οργανώσεις με πρωταγωνίστρια την Κ.Σ.Ε. καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια σε αντίθεση με τους πολιτικούς και υπηρεσιακούς παράγοντες που ψηφίστηκαν και πληρώνονται για να εξασφαλίσουν τη δημόσια υγεία αλλά προς το παρόν δε φαίνεται να πράττουν τα μέγιστα ούτε τα δυνατά, δε θα δημοσιεύσουμε στο συγκεκριμένο άρθρο τις καταγγελίες που έφτασαν σε μας για την προχειρότητα, την ανευθυνότητα και την έλλειψη συντονισμού μεταξύ των εμπλεκόμενων Υπηρεσιών στους χειρισμούς τους στο θέμα της αντιμετώπισης της λύσσας, οι οποίες εφόσον αποδειχτούν πραγματικές, θα μπορούσαν να θέσουν επώνυμα τόσο τους αρμόδιους πολιτικούς, όσο και τους αρμόδιους υπηρεσιακούς σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση.
Αναγνωρίζουμε δηλαδή τη σημασία και την επικινδυνότητα του συγκεκριμένου ζητήματος και σεβόμαστε τις προσπάθειες των κυνηγετικών οργανώσεων με αποτέλεσμα να πάρουμε την απόφαση να μην το χρησιμοποιήσουμε με «επικοινωνιακό» τρόπο, προκαλώντας ένταση και πανικό για δικό μας όφελος.
Ενημερώνουμε όμως τους κυνηγούς αλλά και κάθε πολίτη που θα τύχει να διαβάσει αυτές τις γραμμές να ζητήσουν προς πάσα κατεύθυνση (Δήμοι, Περιφερειακές Ενότητες, Βουλευτές, Υπουργοί, Υπηρεσιακοί Παράγοντες) απαντήσεις – εξηγήσεις, έτσι ώστε να μπορέσουν να ενημερωθούν (όπως οφείλουν) άμεσα και υπεύθυνα τουλάχιστον για τα παρακάτω ζητήματα:
1. πόσο κοστίζει σε ετήσια βάση η διαδικασία των αεροεμβολιασμών, πόσα χρόνια θα πρέπει να εφαρμοστεί, και ποιο θα είναι τα συνολικό κόστος αν τελικά χρειαστεί να εφαρμοστούν σε όλη τη χώρα.
2. Ποια η αντοχή των δολωμάτων στις κατά τόπους επικρατούσες κλιματολογικές και άλλες συνθήκες.
3. Αν επιτρέπεται να εμπλακεί στη διαδικασία της επεξεργασίας/αποστολής δείγματος κτηνίατρος που δεν έχει εμβολιαστεί; Υπήρχε έστω και ένας κτηνίατρος που να έχει εμβολιαστεί από όσους χειρίστηκαν τα 28 θετικά κρούσματα, αλλά και τα υπόλοιπα δείγματα που εν δυνάμει θα μπορούσαν να ήταν θετικά;
4. Πόσοι κτηνίατροι του Δημοσίου από τους οποίους το Υπουργείο περιμένει να παίξουν σημαντικό ρόλο στις εξελίξεις και κυρίως στο χειρισμό των δειγμάτων έχουν εμβολιαστεί μέχρι σήμερα. Ποιος θα αναλάβει την ευθύνη αν κάποιος από τους εμπλεκόμενους ανθρώπους κολλήσει τον ιό και ποιος φταίει για τον μη
έγκυρο εμβολιασμό των ανθρώπων που εμπλέκονται υποχρεωτικά στις δειγματοληψίες και επιθυμούν να εμβολιαστούν.
5. Ποιος θα παίρνει αίμα από τις σκοτωμένες αλεπούδες στα πλαίσια της ενεργητικής επιτήρησης της λύσσας, όταν τα συνεργεία θα βγαίνουν βράδυ και οι κτηνίατροι εργάζονται πρωί.
6. Τι γίνεται στην περίπτωση που ένα ζώο που καταναλώσει ένα εμβόλιο έρθει σε επαφή με άλλο ζώο ή με τον άνθρωπο. Να δοθούν σαφείς εξηγήσεις για την κατανάλωση εμβολίων από ποιμενικούς, κυνηγετικούς, αδέσποτους ή δεσποζόμενους σκύλους, από αδέσποτες γάτες κλπ που θα μπορούσαν να κινηθούν μετά τη λήψη του εμβολίου κοντά σε κατοικημένες περιοχές.
7. Ποιος θα σκοτώνει τις αλεπούδες στα πλαίσια της ενεργητικής επιτήρησης της λύσσας και με ποια μεθοδολογία προβλέπεται να γίνει η θανάτωση όταν είναι απαραίτητο να μην πυροβοληθεί το ζώο στο κεφάλι ή την καρδιά. Γιατί δεν επιτρέπεται η χρήση ραβδωτού με διόπτρα ειδικά για αυτές τις περιπτώσεις όπως γίνεται στο εξωτερικό.
8. Με τον τελευταίο νόμο για τα δεσποζόμενα και αδέσποτα ζώα οι Δήμοι ορίστηκαν υπεύθυνοι για τα δεύτερα. Η πυκνότητα των αδέσποτων ζώων έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο και οι Δήμοι το μόνο που μπορούνε να κάνουν είναι να τα περισυλλέγουν προσωρινά και να τα εμβολιάζουν για τη λύσσα ή να τα εμβολιάζουν στο χώρο εντοπισμού και στη συνέχεια να τα «επανεντάσσουν» στο φυσικό τους χώρο δηλαδή τον αστικό ιστό χωρίς στις περισσότερες περιπτώσεις να υπάρχει δυνατότητα στείρωσης. Με δεδομένο το ότι το εμβόλιο καλύπτει κάθε σκυλί για περίπου ένα χρόνο, ποιος μπορεί να εγγυηθεί πως θα υπάρξουν οι πόροι, το προσωπικό και η δυνατότητα κάθε χρόνο να περισυλλέγονται και εμβολιάζονται εκ νέου τα παραπάνω σκυλιά και οι απόγονοί τους τα οποία θα αποτελέσουν και την είσοδο της λύσσας στις κατοικημένες περιοχές. Μέχρι πότε οι λέξεις «θανάτωση» και «ευθανασία» θα αποτελούν ταμπού, όταν δεν υπάρχουν ούτε πόροι ούτε ικανότητα συντονισμού των υπηρεσιών για την αντιμετώπιση του προβλήματος τουλάχιστον στα αδέσποτα με άλλο τρόπο. Πρέπει να φτάσει και στα δικά μας παιδιά η λύσσα για να αντιδράσουμε;
9. Γιατί παράλληλα με τους αεροεμβολιασμούς δεν επιχειρούνται έστω πιλοτικά και άλλες μέθοδοι εμβολιασμών όπως σύλληψη αλεπούδων (ζωντανών) με παγίδες και εμβολιασμός μέσα στην παγίδα από κτηνίατρο, με σήμανση του εμβολιασμένου ζώου ώστε να αναγνωρίζεται σε περίπτωση επανασύλληψης και να μη χρειάζεται θανάτωση τους.
10. Γιατί δε γίνονται οι απαραίτητες ενέργειες έτσι ώστε οι κυνηγοί αλλά και λοιποί ιδιοκτήτες σκύλων να μπορούν να εμβολιάζουν τα σκυλιά τους για τη λύσσα μέσω των δημόσιων κτηνιατρικών υπηρεσιών έτσι ώστε να μειωθεί το κόστος ειδικά για όσους έχουν πολλά σκυλιά. Είναι δυνατό να μην αναλαμβάνουν ούτε οι ιδιώτες ούτε οι δημόσιοι κτηνίατροι τον αντιλυσσικό εμβολιασμό των κυνηγόσκυλων σε τιμή κόστους όταν πρόκειται για ζήτημα δημόσιας υγείας;
11. Θα αναγνωριστεί ο ρόλος και η ασύγκριτη εθελοντική προσφορά των κυνηγών από την Κ.Σ.Ε. μέχρι τους θηροφύλακες και τους κυνηγούς που συμμετέχουν στα συνεργεία δίωξης και περισυλλογής από κάθε φορέα που ασχολείται με το φυσικό περιβάλλον ή θα συνεχίσουν πάραυτα δασικοί και ΜΚΟ να μας αντιμετωπίζουν σαν πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Θα «παίξουν» και οι κυνηγοί στα σποτάκια που ετοιμάζονται από τα Υπουργεία ή πάλι εκεί θα ξεχαστεί η προσφορά τους;
Στην εποχή που κανείς δεν κοιτά το κοινό όφελος και το καθήκον, οι κυνηγοί πληρώνουμε σε χρήμα, χρόνο, προσωπικό και εθελοντές τη μερίδα του λέοντος στην αντιμετώπιση της λύσσας.
Παρόλα αυτά, υπάρχουν ακόμη άνθρωποι κυρίως στη Δασική Υπηρεσία που σαν πρώτο πρόβλημα του συγκεκριμένου ζητήματος θέτουν τα ανεμβολίαστα σκυλιά των κυνηγών, στα πλαίσια της ανελέητης επίθεσης που έχει εξαπολυθεί ενάντια στους κυνηγούς και τις αναγνωρισμένες κυνηγετικές οργανώσεις από δασικούς, ΜΚΟ, ΜΜΕ και μη αναγνωρισμένους «κυνηγοσκοπευτικούς» συλλόγους.
Για τα αδέσποτα, τα ποιμενικά ή ακόμη και τα δεσποζόμενα ζώα που θεωρείται βέβαιο πως έχουν μικρότερα ποσοστά εμβολιασμών στο σύνολο τους δε γίνεται λόγος. Μόνο οι κυνηγοί, αυτοί οι βάρβαροι φταίνε.
Αποδεικνύεται δηλαδή πως ούτε η κοινή λογική, ούτε η ανάγκη, ούτε η χρεωκοπία, ούτε οι διαθεσιμότητες, ούτε η δημόσια υγεία είναι αρκετές για να ξεκολλήσουν συγκεκριμένοι υπηρεσιακοί και λοιποί παρατρεχάμενοι «προστάτες» της φύσης από την εμπάθεια απέναντι στο μοναδικό φορέα που προσφέρει σήμερα στην πράξη στην προστασία και τη διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος και κατά αποκλειστικότητα στις ζωοανθρωπονόσους (λύσσα, γρίπη των πτηνών κλπ).
Που είναι οι περιβαλλοντικές ΜΚΟ εδώ που υπάρχει ζήτημα δημόσιας υγείας που σχετίζεται με την άγρια πανίδα αλλά δεν έχει φράγκα για μελέτες; ούτε ένα δελτίο τύπου δε βγάλανε τώρα που τους χρειάζεται η κοινωνία να αποδείξουν ότι πραγματικά προστατεύουν τη φύση αλλά και τους ανθρώπους της. Έστω να ενημερώσουν. Αίσχος.
Τα αίτια της παραπάνω τραγικής πραγματικότητας δεν είναι γνωστά, αλλά κάπου το πράγμα έχει ξεπεράσει τα όρια.
Και θα πρέπει κάπου να διωχθούν επιτέλους όσοι παραβαίνοντας το καθήκον τους εξαπατούν πολίτες και πολιτικούς θέτοντας συνειδητά ψευδώς ως απειλή ή ως πρόβλημα για τη λύσσα, το περιβάλλον ή ότι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς, το νόμιμο κυνήγι και τις αναγνωρισμένες κυνηγετικές οργανώσεις.
Δε μπορεί 200.000 πολίτες να βασιζόμαστε στη λύσσα ή τη γρίπη των πτηνών για να έχουμε αντικειμενική αντιμετώπιση από τους θεσμικούς φορείς και με κάθε αλλαγή σε πρόσωπα ή καταστάσεις να τρέμουμε για το πλήρως τεκμηριωμένο και διεθνώς αναγνωρισμένο δικαίωμα στη θήρα όταν το περιβάλλον καταστρέφεται και υποβαθμίζεται σε προστατευόμενες και μη περιοχές, και δεν ιδρώνει κανενός αρμόδιου το αυτί.
O Τρυποφράχτης
email : tripofraxtis@ihunt.gr